Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2011

Η λεηλασία της Κωνσταντινούπολης, 1204 - Le sac de Constantinople, 1204

Η λεηλασία της Κωνσταντινούπολης δεν έχει προηγούμενο στην ιστορία. Για εννέα αιώνες η μεγάλη αυτή πόλη ήταν πρωτεύουσα της χριστιανοσύνης. Ήταν γεμάτη με έργα τέχνης που είχαν διασωθεί από την Αρχαία Ελλάδα και με αριστουργήματα φιλοτεχνημένα από τους ίδιους τους χειροτέχνες της. Οι Βενετοί κατά τ’ άλλα γνώριζαν την αξία αυτών των αντικειμένων. Όπου μπόρεσαν, άρπαξαν θησαυρούς και τους μετέφεραν στην πόλη τους για να διακοσμήσουν πλατείες, εκκλησίες και παλάτια. Όμως οι Γάλλοι και οι Φλαμανδοί ήταν πλημμυρισμένοι με καταστροφικό μένος. Ξεχύθηκαν ουρλιάζοντας στους δρόμους και στα σπίτια, άρπαζαν ό,τι έλαμπε και κατέστρεφαν ό,τι δεν μπορούσαν να μεταφέρουν, κάνοντας στάσεις μόνο για να σκοτώσουν, να βιάσουν ή να ανοίξουν τα κελάρια για να πιουν. Δεν γλίτωσαν ούτε μοναστήρια ούτε εκκλησίες ούτε βιβλιοθήκες. Στην ίδια την Αγία Σοφία, μεθυσμένοι στρατιώτες εθεάθησαν να σκίζουν τις μεταξωτές κουρτίνες, να κομματιάζουν το μεγάλο ασημένιο εικονοστάσιο και να ποδοπατούν ιερά βιβλία και εικόνες. Καθώς κάποιοι έπιναν χαρούμενα από τα δισκοπότηρα του ιερού, μια πόρνη ανέβηκε στον πατριαρχικό θρόνο και είπε ένα άσεμνο γαλλικό τραγούδι. Επιτέθηκαν και στις μοναχές στα μοναστήρια. Λεηλατήθηκαν τόσο τα παλάτια όσο και τα καταγώγια. Τραυματισμένα γυναικόπαιδα κείτονταν και πέθαιναν στους δρόμους. Για τρεις μέρες συνεχίστηκαν αυτές οι αποτρόπαιες σκηνές λεηλασίας και σφαγής, μέχρι που ρημάχτηκε τελείως αυτή η μεγάλη και πανέμορφη πόλη. Ακόμα και οι Σαρακηνοί θα έδειχναν περισσότερο οίκτο, αναφώνησε ο ιστορικός Νικήτας, και όχι άδικα.
Στο τέλος οι Λατίνοι αρχηγοί κατάλαβαν πως αυτές οι καταστροφές δεν ωφελούσαν κανέναν. Όταν οι στρατιώτες κουράστηκαν να ασελγούν, επιβλήθηκε η τάξη. Όποιος είχε κλέψει κάποιο πολύτιμο αντικείμενο υποχρεώθηκε να το επιστρέψει στους Φράγκους ευγενείς· βασάνισαν άτυχους πολίτες για να ομολογήσουν πού έκρυβαν τις περιουσίες τους. Παρά τις μεγάλες απώλειες, η αξία των λαφύρων ήταν ιλιγγιώδης. Κανείς, γράφει ο Βιλεαρδουίνος, δεν θα μπορούσε να μετρήσει το χρυσάφι και το ασήμι, τα σκεύη και τα πετράδια, τα χρυσοκέντητα υφάσματα και τα μετάξια, τις γούνες από σκίουρους και τις ερμίνες. Και προσθέτει με το εκλεπτυσμένο κύρος του ότι ποτέ από κτίσεως κόσμου δεν απέφερε τόσα πολλά η λεηλασία μιας πόλης. Όλα μοιράστηκαν σύμφωνα με τη συνθήκη: τρία όγδοα πήραν οι σταυροφόροι, τρία όγδοα οι Βενετοί και ένα τέταρτο κρατήθηκε για τον μελλοντικό Αυτοκράτορα. […]
Δεν υπήρξε μεγαλύτερο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας από την Τέταρτη Σταυροφορία. Όχι μόνο προκάλεσε την καταστροφή ή το σκόρπισμα όλων των θησαυρών του παρελθόντος που το Βυζάντιο διαφύλαττε με ζήλο, όχι μόνο πλήγωσε θανάσιμα έναν πολιτισμό που σωζόταν υπέροχος και ζωντανός, αλλά αποτέλεσε και πράξη γιγαντιαίας πολιτικής απερισκεψίας. Δε βοήθησε σε τίποτα τους χριστιανούς της Παλαιστίνης. Αντίθετα, τους στέρησε οποιαδήποτε πιθανή βοήθεια. Αναστάτωσε όλη την άμυνα της χριστιανοσύνης. […]
Στο μεταξύ ρίζωσε το μίσος ανάμεσα στους χριστιανούς της Δύσης και της Ανατολής. Οι αφελείς ελπίδες του Πάπα Ιννοκέντιου Γ΄ και η κομπορρημοσύνη των σταυροφόρων που θεωρούσαν ότι είχαν δώσει ένα τέλος στο Σχίσμα και ότι είχαν ενώσει πάλι τις Εκκλησίες δεν επαληθεύτηκαν ποτέ. Αντιθέτως η βαρβαρότητά τους χαράχτηκε στη μνήμη και έμεινε για πάντα ασυγχώρητη. Αργότερα, χριστιανοί πρίγκιπες της ανατολικής Ευρώπης θα εισηγηθούν την επανένωση με τη Ρώμη, προσδοκώντας στη δημιουργία ενός κοινού μετώπου κατά των Τούρκων. Όμως οι λαοί τους δεν θα τους ακολουθήσουν. Δε θα μπορέσουν να ξεχάσουν την Τέταρτη Σταυροφορία. Ίσως η ρήξη των εκκλησιών της Ρώμης και της Ανατολής να ήταν αναπόφευκτη, όμως το εγχείρημα των Σταυροφοριών δηλητηρίασε τις σχέσεις τους και πια, όσες προσπάθειες κι αν έκαναν οι πρίγκιπες, το σχίσμα παρέμενε ολοκληρωτικό, ανεπανόρθωτο και οριστικό μέσα στις καρδιές των χριστιανών της Ανατολής.

Steven Runciman, Η ιστορία των Σταυροφοριών, Τόμος Γ΄, βιβλίο Β΄, κεφ. Α΄
Μετάφραση: Χρήστος Κουτούλας


Le sac de Constantinople est sans équivalent dans l’Histoire. Pendant neuf siècles, la grande ville avait été la capitale de la civilisation chrétienne. Elle était remplie d’œuvres d’art qui dataient de la Grèce antique et de chefs-d’œuvre de ses propres artisans raffinés. Les Vénitiens connaissaient du reste la valeur de ces choses. Partout où ils le purent, ils s’emparèrent des trésors et les emportèrent pour orner leurs places, leurs églises et leurs palais. Les Français et les Flamands, en revanche, étaient animés par une rage de destruction. Ils se ruaient en meute hurlante dans les rues et les maisons, s’emparant de tout ce qui brillait et détruisant ce qu’ils ne pouvaient emporter, ne s’arrêtant que pour tuer, violer ou ouvrir les caves pour se désaltérer. Les monastères pas plus que les églises ou les bibliothèques ne furent épargnés. À Sainte-Sophie elle-même, on vit des soldats ivres déchirer les draperies de soie et mettre en morceaux la grande iconostase d’argent tandis que les livres et les icônes saintes étaient piétinées. Pendant que certains buvaient joyeusement dans les calices de l’autel, une prostituée se jucha sur le trône patriarcal pour chanter une chanson française grivoise. On agressait les nonnes dans leurs couvents. Les palais comme les bouges étaient saccagés. Des femmes et des enfants blessés gisaient mourant dans les rues. Pendant trois jours les scènes atroces de pillage et de boucherie continuèrent jusqu’à ce que l’immense et belle ville soit dévastée. Les Sarrasins eux-mêmes eussent montré plus de compassion, s’écria l’historien Nicétas, et avec raison.
Les chefs latins finirent par comprendre que ces destructions ne profitaient à personne. Quand les soldats furent épuisés de licence, on restaura l’ordre. Quiconque avait volé un objet précieux fut obligé de le restituer aux nobles francs ; et l’on tortura les malheureux citoyens pour leur faire avouer où étaient cachés leurs biens. En dépit de tout ce saccage gratuit, la hauteur du butin était vertigineuse. Personne, écrit Villehardouin, n’aurait pu compter l’or et l’argent, la vaisselle et les joyaux, les brocarts et les soies, les fourrures, le vair, le petit-gris et l’hermine ; et il ajoute, avec toute l’autorité de son érudition, que jamais le pillage d’une ville n’a tant rapporté depuis la création du monde. Le fruit en fut réparti conformément au traité ; les trois-huitièmes allèrent aux croisés, trois-huitièmes encore aux Vénitiens et un quart fut réservé au futur empereur.[...]
Il n’y eut jamais de plus grand crime contre l’humanité que la Quatrième Croisade. Non seulement elle causa la destruction ou la dispersion de tous les trésors du passé chéris par Byzance, et la blessure mortelle d’une civilisation qui restait superbe et vivante ; mais ce fut aussi un acte d’une folie politique gigantesque. Il ne servit en rien aux chrétiens de Palestine. Il les priva bien plutôt d’aides potentiels. Et il perturba toute la défense de la chrétienté.[...]
Pendant ce temps, la haine avait été semée entre les chrétientés orientale et occidentale. Les espérances naïves du pape Innocent III et les vantardises complaisantes des croisés qui considéraient avoir comblé le schisme et réuni l’Église ne furent jamais satisfaites. Leur barbarie laissait au contraire un souvenir qui ne passerait jamais. Les princes de la chrétienté d’Europe orientale recommanderaient peut-être plus tard la réunion avec Rome dans le souci sincère d’opposer un front commun aux Turcs. Cependant leurs peuples ne les suivraient pas. Ils ne pouvaient pas oublier la Quatrième Croisade. Peut-être était-il inévitable que l’Église de Rome et les grandes Églises orientales s’éloignent ; mais l’entreprise croisée avait aigri leurs relations et désormais, quels que soient les efforts de certains princes, le schisme resterait complet, irrémédiable, définitif, dans le cœur des chrétiens d’Orient.
Steven Runciman, Histoire des croisades, volume III, livre II, chapitre I

Traduction : Guillaume Villeneuve. Texte copié dans le site : http://www.guillaume-villeneuve-traducteur.fr/spip.php?article49 

Steven Runciman (1903-2000)

Αν ενδιαφέρεστε να διαβάσετε βιβλία για το Βυζάντιο, τα καλύτερα είναι του Στήβεν Ράνσιμαν, που είναι ο γνωστότερος βυζαντινολόγος του 20ού αιώνα Λέγεται ότι σε ηλικία 5 ετών μιλούσε και διάβαζε ελληνικά και λατινικά. Κατά τη διάρκεια των σπουδών και των μελετών του έμαθε αρκετές από τις δυτικές γλώσσες, καθώς και Αραβικά, Περσικά, Τουρκικά, εβραϊκά, συριακά, αρμενικά και γεωργιανά για τη μελέτη των πηγών της Μεσαιωνικής ιστορίας. Τα έργα του είναι:

-The Emperor Romanus Lecapenus and His Reign (1929)
-The First Bulgarian Empire (1930)
-Byzantine Civilization (1933)
-The Medieval Manichee : A Study of the Christian Dualist Heresy (1947)
-A History of the Crusades: Volume 1, The First Crusade and the Foundation of the Kingdom of Jerusalem (Cambridge University Press 1951)
-A History of the Crusades: Volume 2, The Kingdom of Jerusalem and the Frankish East (Cambridge University Press 1952)
-A History of the Crusades: Volume 3, The Kingdom of Acre and the Later Crusades (Cambridge University Press 1954)
-The Eastern Schism: A Study of the Papacy and the Eastern Churches during the XIth and XIIth Centuries (1955)
-The Sicilian Vespers: A History of the Mediterranean World in the Later Thirteenth Century (1958)
-The White Rajahs (1960)
-The Fall of Constantinople 1453 (1965)
-The Great Church in Captivity (1968)
-The Last Byzantine Renaissance (1970)
-The Orthodox Churches and the Secular State (1972)
-Byzantine Style and Civilization (1975)
-The Byzantine Theocracy (1977)
-Mistra: Byzantine Capital of the Peloponnese (1980) (2009 reprint: The Lost Capital of Byzantium: The History of Mistra and the Peloponnese; New foreword by John Freely.)
-A Traveller's Alphabet. Partial Memoirs. (1991)
Πηγή: Βικιπαίδεια

Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2011

Ερατοσθένης ο Κυρηναίος (276-194 π.Χ.)

Ο Ερατοσθένης ήταν μαθηματικός, γεωγράφος και αστρονόμος. Είναι ο πρώτος που προσπάθησε να μετρήσει την περιφέρεια της γης. Δείτε το βίντεο που ακολουθεί για να καταλάβετε με ποιον τρόπο κατάφερε χωρίς προηγμένα μέσα να κάνει αυτήν τη μέτρηση. Ευχαριστούμε και πάλι την Εγκυκλοπαίδεια ΧΘΩΝ 2002 απ' όπου προέρχεται το βίντεο.

Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2011

Καρυάτιδες - A Greek Tragedy

Δείτε το κινούμενο σχέδιο διάρκειας 6 λεπτών με τίτλο A Greek Tragedy (Een griekse tragedie, Μια ελληνική τραγωδία) που έκανε το 1985 μια βελγίδα σκηνοθέτις, η Nicole Van Goethem. Η πολυβραβευμένη αυτή ταινία είναι εμπνευσμένη από τις Καρυάτιδες, που τόσα χρόνια κρατούν το βάρος του Ερεχθείου. Είναι χωρίς λόγια και έχει μόνο ένα μεσότιτλο στην αρχή στα λατινικά: Quod non fecerunt Scoti, fecerunt Cariatidi (Όσα δεν έκαναν οι Σκωτσέζοι, τα έκαναν οι Καρυάτιδες), μια χιουμοριστική αναφορά στον Λόρδο Μπάιρον, που, όταν ανέβηκε στην Ακρόπολη και είδε τις καταστροφές του Λόρδου Έλγιν, χάραξε την εξής πρόταση πάνω σε μια πέτρα: Quod non fecerunt Gothi, fecerunt Scoti, Όσα δεν έκαναν οι Γότθοι, τα έκαναν οι Σκωτσέζοι...